Άποψη από την σκάλα προς το μοναστήρι
Η Μονή της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας είναι ορθόδοξο μοναστήρι το οποίο βρίσκεται στην Αμοργό . Είναι κτισμένη στην απόκρημνη νότια ακτή του νησιού, σε υψόμετρο 300 μέτρα.
Η μονή πήρε το όνομά της από την παραφθορά του «Χοζιβίτισσα» ή «Κοζιβίτισσα», το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το τοπωνύμιο Χοζιβά ή Κοζιβά (σήμερα Ουάντι Κελτ , Παλαιστίνη ), όπου υπήρχαν ορθόδοξα μοναστήρια. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, η εικόνα της Παναγιάς Χοζοβιώτισσας έφτασε την εποχή της Εικονομαχίας δια θαλάσσης στον όρμο της Αγίας Άννας, κοντά στη μονή. Το μοναστήρι θεωρείται ότι κατασκευάστηκε τον 9ο αιώνα, την εποχή της άφιξης της εικόνας. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α' Κομνηνός εκχώρησε με βασιλικό χρυσόβουλοσταυροπηγιακα δικαιώματα στη μονή το 1088. Ένα ασημένιο εξαπτέρυγο στη μονή αναφέρει ότι ανακαινίσθηκε από τον Αλέξιο Κομνηνό.
Η μονή είναι κτισμένη σε γκρεμό. Έχει μήκος 40 μέτρα και μέγιστο πλάτος 5. Το κτίριο έχει οχτώ επίπεδα τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους με κλιμακοστάσια κτισμένα ή λαξευμένα στο βράχο. Στο εσωτερικό του κτιρίου βρίσκονται αψίδες βυζαντινές ή οξυκόρυφες, κτισμένες από πωρόλιθο από τη Μήλο. Ο χώρος του μοναστηριού περιλαμβάνει πολυάριθμα κελλιά, τράπεζα, μαγειρεία, αποθήκες, πατητήρια, στέρνες και πηγάδια . Το καθολικό της μονής είναι μονόχωρο καμαρόσκεπο και σε αυτό βρίσκονται οι δύο ενεπίγραφες εικόνες της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας ή ΧΩΖΗΒΙΤΙCΑΣ και η σιδερένια σμίλη του αρχιμάστορα. Η είσοδος του μοναστηριού βρίσκεται 10 μέτρα από το έδαφος και η πρόσβαση γινόταν με κρεμαστή σκάλα.
Η Παναγιά Χοζοβιώτισσα είναι η πολιούχος του νησιού και γιορτάζει στις 20 και 21 Νοεμβρίου.
Το μοναστήρι της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας βρίσκεται στην νότια, απόκρημνη, αλίμενη ακτή της Αμοργού, φωλιασμένο μέσα σε αγκαθωτούς, απειλητικούς βράχους, είναι ορατό μόνον από το πέλαγος, που απλώνεται απέραντο κάτω από τα βράχια, 300 μέτρα ψηλά.
Η κάτασπρη, απέριττη όψη του εναρμονίζεται θαυμαστά με τα πολύχρωμα ανώμαλα βράχια. Μόνον από κοντά διαγράφονται οι λευκοί γεωμετρικοί όγκοι και τα αυστηρά γραμμικά περιγράμματα του κτιρίου που, με την συνεργεία του φωτός, δημιουργούν την αίσθηση πολυεπίπεδης επιφάνειας.
Το κτίριο εκτείνεται σε μήκος 40 μέτρα, ενώ το πλάτος του δεν ξεπερνά τα 5 μέτρα. Εξ αιτίας του μικρού πλάτους τα οκτώ επίπεδα-«όροφοι», δεν συναντώνται σχεδόν σε κανένα σημείο. Κλίμακες στενές, πέτρινες, κτιστές ή λαξευμένες στον βράχο, οδηγούν στους οκτώ «ορόφους».

Καμάρες, τόξα, βυζαντινού τύπου ή οξυκόρυφα των χρόνων της Ενετοκρατίας (1296-1537), κτισμένα με πέτρες ή πωρόλιθο από την Μήλο, ξυλοδόκαρα και ξυλοδεσιές χαρακτηρίζουν τον περίπλοκο, δαιδαλώδη εσωτερικό χώρο. Τα πολυάριθμα κελλιά των Μοναχών, η τράπεζα, τα μαγειρεία, οι φούρνοι, οι αποθήκες, τα πατητήρια, οι στέρνες και τα πηγάδια, όλα σφηνωμένα μέσα στον φυσικό βράχο που μεταμορφώνεται σε λειτουργικό οικοδομικό στοιχείο, συνθέτουν ένα θαυμαστό δείγμα ανώνυμης λειτουργικής λαϊκής αρχιτεκτονικής.
Στο μικρό, μονόχωρο, καμαροσκέπαστο εκκλησάκι βρίσκονται μεταξύ άλλων, και οι ζωντανές μαρτυρίες της τοπικής προφορικής παράδοσης για την καταγωγή της εκόνας από τα Χόζοβα (ή το Χόζοβο) της Παλαιστίνης: οι δύο ενεπίγραφες εικόνες της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας ή ΧΩΖΗΒΙΤΙCΑΣ, και η σιδερένια «σμίλη» του αρχιμάστορα, ζωντανό σημάδι της διήγησης «για την ακριβή θέση που όρισε η Παναγία να κτιστεί ο ναός της».
Αλλά και για την ιστορία της ίδρυσης της Μονής σημαντικό υλικό τεκμήριο αποτελεί το ασημένιο ενεπίγραφο εξαπτέρυγο, που αναφέρει ότι «ανεκενίσθη παρ’ Αλεξίου βασιλέος του μεγάλου Κομνηνού», του Αυτοκράτορος του Βυζαντίου Αλεξίου του Α’ Κομνηνού (1081-1118).
Το όνομα Χοζοβιώτισσα, αψευδής μαρτυρία του ιστορικού πυρήνα της τοπικής προφορικής παράδοσης, δημιουργήθηκε από παραφθορά του «Χοζιβίτισσα» ή «Κοζιβίτισσα», από το τοπωνύμιο Χοζιβά ή Κοζιβά στους Αγίους Τόπους, σήμερα στην περιοχή Wadi Qilt της Ιεριχούς, όπου, σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες των Βυζαντινών χρόνων, υπήρχαν από τους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους σημαντικά ορθόδοξα Μοναστήρια.
Από το 1978 έχουν εκτεθή σε δύο βραχοσκεπή στενόμακρα κελλιά τα σημαντικότερα κειμήλια της Μονής: Χειρόγραφα, γραμμένα σε περγαμηνή και χαρτί, Σιγίλλια και έντυπα Ευαγγέλια. Οι Κώδικες σε μεβράνη (περγαμηνή) χρονολογούνται από τον 10ο έως τον πρώϊμο 15ο αιώνα, ενώ οι χάρτινοι ανάγονται στους Βυζαντινούς και Μεταβυζαντινους χρόνους (13ος – 19ος αιώνας).
Σημαντικά δείγματα κεντητικής τέχνης, όπως λειτουργικά άμφια, χρυσοϋφαντα, μερικά στολισμένα με μαργαριτάρια, πούλιες και πετράδια, άλλα κεντημένα με χρυσοκλωστή και αργυρόνημα, τα περισσότερα έργα του 18ου και 19ου αιώνα. Εκτίθενται και εξαρτήματα της βαρύτιμης αμφίεσης των αρχιερέων, όπως περίετεχνα δουλεμένες πόρπες για την στήριξη της ιερατικής ζώνης, έργα διαφόρων εργαστηρίων αργυροχοϊκής τέχνης του 18ου και 19ου αιώνα, εγκόλπια, σταυροί κτλ. Πολύτιμα εκκλησιαστικά σκεύη, για τις ανάγκες της λατρείας, σταυροί αγιασμού, ποτήρια μεταλήψεως, μυροδοχεία, δίσκοι για το πρόσφορο και το αντίδωρο, κάδοι αγιασμού, κηροπήγια, καντήλια, θυμιατήρια, κτλ.
Η Μονή του Χοζεβά
Η εικόνα της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας, και κατ’ επέκταση το όνομα και η ιστορία του μοναστηριού της Αμοργού, συνδέεται με τους Αγίους Τόπους και την μονή Χοζεβά. Για το μοναστήρι αυτό, ο αρχαιολόγος και αραβολόγος Ιωάννης Μεϊμάρης γράφει σχετικά (1): «Το μοναστήρι του Χουζιβά βρίσκεται στην έρημο προς ανατολάς της Αγίας Πόλεως μέσα στη χαράδρα Wady el Qilt, κτισμένο στο βράχο αριστερά του αρχαίου ρωμαϊκού υδραγωγείου μεταξύ της Αγίας Πόλεως και της Ιεριχούς.
Στις αρχές του 5ου αιώνα έζησαν σε σπήλαια γύρω από μια εκκλησία, η οποία ήταν αφιερωμένη στον πρωτομάρτυρα Στέφανο πέντε Σύριοι μοναχοί. Περί τα τέλη του 5ου αιώνος στη λαύρα αυτή έζησε ο άγιος Ιωάννης ο Χοζεβίτης, μετέπειτα μητροπολίτης Καισάρειας της Παλαιστίνης και τον 7ο αιώνα ο άγιος Γεώργιος ο Χοζεβίτης.

Η παράδοση της Αμοργού για την εικόνα της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας είναι σαφής και έχει διατηρηθεί μέχρι τις μέρες μας.
Η εικόνα έφτασε στο νησί (θαυματουργικά ή με μοναχούς) από τους Αγίους Τόπους, μέσω Κύπρου, τον καιρό της Εικονομαχίας. Αυτή η προφορική παράδοση πρέπει να συσχετισθεί με δύο γεγονότα: ότι ο Όσιος Γεώργιος ο Χοζεβίτης καταγόταν από την Κύπρο και ότι έζησε σε μιαν εποχή που δεν απέχει πολύ από την περίοδο της Εικονομαχίας.
Φαίνεται ότι η Κύπρος έπαιξε ρόλο στην πορεία της εικόνας από την Παλαιστίνη στην Αμοργό, κάτι που γνωρίζει η τοπική παράδοση και το διατήρησε προφορικά μέχρι σήμερα. Κάτι άλλο το οποίο μπορεί να έχει την σημασία του, είναι η πολυπληθής παρουσία Γαβαλάδων στην Αμοργό.
Το επώνυμο συναντάται στο Αιγαίο πριν την Φραγκοκρατία και ορισμένοι ερευνητές το συνδέουν με την πόλη Γάβαλα της Συρίας, μια περιοχή που βρίσκεται κοντά στους Αγίους Τόπους..
Μ’ άλλα λόγια, υπάρχει η εκδοχή η εικόνα να ξεκίνησε από το μοναστήρι της Παναγίας στο Χοζεβά, στο οποίο ισχυρότερη προσωπικότητα αναδείχτηκε ο Όσιος Γεώργιος, που καταγόταν από την Κύπρο. Μέσω Κύπρου έφεραν την εικόνα στην Αμοργό καταδιωγμένοι από τους εικονομάχους χριστιανοί (μοναχοί και λαϊκοί) και ενδεχομένως σ’ αυτούς να υπήρχαν και Γαβαλάδες
. Αυτό που έχει σημασία, πάντως, είναι ότι αν εικόνα της Παναγίας που βρίσκεται στο μοναστήρι της Αμοργού, δηλαδή η Παναγία η Χοζοβιώτισσα, έφτασε στο νησί τον καιρό της Εικονομαχίας (δηλαδή πριν 1.200—1.300 χρόνια), τότε είναι μία από τις αρχαιότερες εικόνες στον ελλαδικό χώρο.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε και το μοναστήρι είναι ένα από τα αρχαιότερα της Ελλάδας, παλαιότερο και από τις μονές του Αγίου Όρους που ιδρύθηκαν τον 10ο αιώνα. Και βεβαίως είναι το αρχαιότερο μοναστήρι των Κυκλάδων.
Η σημερινή του μορφή ανάγεται στα τέλη του 11ου αιώνα, στα χρόνια του αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού. Και μ’ αυτή την χρονολόγηση είναι πολύ παλιό, ωστόσο είναι πιθανό ότι υπήρξε και παλαιότερο οικοδόμημα. Σε διάφορα παλαιά έγγραφα το μοναστήρι μας αναφέρεται και με τις ονομασίες «Μονή των Σκαλών» και «Νέα Μονή».
Ο Βογιατζίδης υποθέτει ότι η παλαιά μονή ήταν η Αγία Παρασκευή ή Άγιος Γεώργιος ο Βαλσαμίτης. Εκτός από έναν παλαιοχριστιανικό ναό, που ανακαλύφθηκε στα Παραδείσια, δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια ένδειξη για ύπαρξη μοναστηριού στην Αγία Παρασκευή. Ούτε στον Βαλσαμίτη.
Συνεπώς, η ισχυρότερη εκδοχή παραμένει αυτή που αναφέρει η προφορική παράδοση. Δηλαδή, η εικόνα ήρθε από τους Αγίους Τόπους, μέσω Κύπρου, στην Αμοργό πριν το 900 μ.Χ. και ιδρύθηκε προς τιμήν της μοναστήρι.
Η μονή ανακαινίστηκε και πήρε τη σημερινή της μορφή δυο τρεις αιώνες αργότερα, από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό. Φαίνεται, επίσης, εξαιρετικά πιθανό οι δύο φάσεις ίδρυσης και ανακαίνισης της Χοζοβιώτισσας, να συνοδεύτηκαν από εγκατάσταση στην Αμοργό βυζαντινών οικογενειών, τα επώνυμα των οποίων εξακολουθούν να υφίστανται στο νησί μας.
Η προφορική παράδοση για την Χοζοβιώτισσα είναι τόσο ζωντανή όσο και οι άνθρωποι.
300 σκαλιά χωρίζουν το σημερινό επισκέπτη από την είσοδο του Μοναστηριού. Άλλα 900 χρόνια τον χωρίζουν από την ίδρυση του. Αυτό που ενώνει όλους ανεξαιρέτως τους επισκέπτες είναι το δέος και ο θαυμασμός μπροστά σ' αυτό το σημαντικό έργο, ένα μνημείο ύμνος στην ανθρώπινη πίστη και θέληση. Σ' ένα κακοτράχαλο τοπίο απίστευτης ομορφιάς και αγριάδας, άνθρωποι πιστοί νίκησαν τις αδυναμίες τους και κατάφεραν αυτό που σήμερα φαντάζει σαν ένα μικρό θαύμα. Χτισμένο πάνω σε απότομους βράχους κρέμεται στο κενό πιασμένο λες από το αόρατο χέρι του θεού. Η μονή χτίστηκε το 1088 και ανακαινίστηκε από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αλέξιο Κομνηνό. Αφορμή για την ίδρυση της στάθηκε η εύρεση μιας εικόνας της Παναγίας, που έφτασε από το Χόζοβο ή Χόζοβα της Παλαιστίνης. Η τοποθεσία Χόζιβα ή Κοζιβά βρίσκεται στους Άγιουςτόπους κοντά στην Ιεριχώ. Οι διωγμοί των χριστιανών τον 9ο αιώνα έφερε ως εκ θαύματος την εικόνα στην Αμοργό, θέση που όπως λέγεται επέλεξε η ίδια η Παναγία. Οι ανακαινίσεις και τα ασβεστώματα των τοίχων όλα αυτά τα χρόνια έχουν επικαλύψει σημαντικά στοιχεία για την Ιστορία της Μονής. Κατά τη Βενετσιάνικη κατοχή (1296-1537) έγιναν σημαντικές αλλαγές και επεκτάσεις αφήνοντας τα σημάδια της δυτικής επιρροής. Η ευημερία της Μονής δεν διακόπηκε ούτε τα χρόνια της Τουρκικής κατοχής (1537-1824). Η περιουσία της επέτρεπε την εξαγορά της θρησκευτικής ελευθερίας από τους Τούρκους πασάδες. Η μονή διέθεται μετόχια στην Κρήτη, στην Λέρο, στη Νάξο, στην Πάρο, στην Αστυπάλαια, στην Ίο καθώς και στα ερημονήσιαΚέρο, Νικουριά, Γραμπούσσα.
Πηγες :dogma. gr, Wikipedia, amorgos. com.